Ο γέροντας Παΐσιος πήγαινε συχνά στο Σταυρονικητιανό κελί του Τιμίου Σταυρού όπου ασκήτευε ο παπα-Τύχων ο πνευματικός, τον συμβουλευόταν και τον βοηθούσε στη θεία λειτουργία, κάνοντας τον ψάλτη.
Σε μια συζήτηση με τον μετέπειτα βιογράφο του ιερομόναχο Χριστόδουλο Αγγελόγλου αγιορείτη, είπε ("Ο ΓΕΡΩΝ ΠΑΪΣΙΟΣ" Άγιον Όρος 1994, σελ.202-203):
-"Καλοί μουσικοί είναι αυτοί που δίνονται και κατά κάποιον τρόπο, "το γλεντούν". Εμένα δεν μ' αναπαύει ούτε το γρήγορο ψάλσιμο "άντε, να τελειώνουμε", ούτε το αργό, που λες:"άντε να δούμε, πότε πια θα τελειώσουν". Μου αρέσει η αργοσύντομη γραμμή, εννοείται βέβαια ότι σε μια πανήγυρη ενός μοναστηριού θα πουν και τα αργά.
Οι αγρυπνίες, οι συνηθισμένες, μου αρέσουν να είναι τόσων ωρών, ώστε να μην κοιμούνται όλη την ημέρα οι μοναχοί από την κούραση. Σε μια αγρυπνία θα πρέπει να λαμβάνουμε υπ' όψιν μας και τους πιο νέους αδελφούς -που είναι ακόμη αδύνατοι- και τα γεροντάκια και να μην κάνουμε αδιακρίτως πολύωρες αγρυπνίες, με αποτέλεσμα όλοι να "κουτουλάνε" στα στασίδια και να αγανακτούν (για την μεγάλη διάρκεια). Όταν μια αγρυπνία, ας πούμε, διαρκεί έξι-εφτά ώρες, τότε και οι μικροί μοναχοί και τα γεροντάκια αντέχουν. Οι δυνατοί αδελφοί, που θέλουν περισσότερη αγρυπνία, μπορούν μετά το τέλος της να καθήσουν στο κελί τους, για να συνεχίσουν τον πνευματικό τους αγώνα. Έτσι πρέπει, με διάκριση, τα πάντα να γίνονται.
Μερικοί θέλουν είτε να προσθέτουν αγρυπνίες, είτε να αφαιρούν. Και τα δύο κινούνται ιδιοτελώς και δεν σέβονται τη χιλιόχρονη παράδοση των πατέρων. Νομίζουν ότι αυτοί είναι πιο πνευματικοί από τους πατέρες. Όμως οι πατέρες τα πάντα τα έκαναν "εν σοφία".
Τα μουσικά χρειάζονται και πρέπει να τα μαθαίνουν οι μοναχοί, όμως πρέπει η κάθε εργασία να γίνεται ανιδιοτελώς, αλλιώς τσάμπα ο κόπος. Ακούω μερικές χορωδίες, που έχουν μέσα πολλά ισοκρατήματα, άλλα υψίφωνα (τενόρους), άλλα βαθύφωνα (μπάσους) κι έτσι προκαλούν μια υπερβολική ευχαρίστηση στα αυτιά. Σ' αυτές τις περιπτώσεις αντί να ευχαριστούν την καρδιά με τα λόγια, τέρπουν την ακοή με την έντεχνη μουσική. Εμένα μου αρέσει να μην τραβά την προσοχή του νου τίποτ' απολύτως, ούτε κάποιο ιδιαίτερο μπάσο ή κάποιο υψίφωνο ισοκράτημα κλπ.
Η βυζαντινή μουσική δεν επιδέχεται στολίδια και επίδειξη. Όταν κάποιος ψέλνει ανεπιτήδευτα, χωρίς επιδείξεις, έχει μια φυσική ομορφιά και μοιάζει σαν μια γυναίκα που ο Θεός της έχει δώσει φυσική ομορφιά. Όταν όμως προσπαθεί να προκαλέσει ακουστική εντύπωση με διάφορα τεχνάσματα, περίτεχνα ισοκρατήματα και διάφορα άλλα, τότε μοιάζει σαν μια γυναίκα άσχημη, η οποία με κραγιόν, δαχτυλίδια, σκουλαρίκια κι ένα σωρό άλλα προσπαθεί να δείξει ότι είναι όμορφη. Όμως μ' αυτόν τον τρόπο, το μόνο που πετυχαίνει είναι να κάνει τον άλλο να αηδιάζει."