Ἐὰν ὁ δεσπότης τὸ ἀπαιτεῖ, στὸ διακονικὸ παράγγελμα «Ὑπὲρ τοῦ ἀρχιεπισκόπου ἡμῶν...» θὰ πεῖτε «Εἰς πολλὰ ἔτη δέσποτα» καὶ πρὸ τοῦ «Δι' εὐχῶν...» «Τὸν δεσπότην καὶ ἀρχιερέα ἡμῶν...».
Ὅμως αὐτὰ δὲν ἁρμόζουν στὸ μυστήριο τοῦ εὐχελαίου, τὸ ὁποῖο δὲν εἶναι χαρμόσυνο, ἀλλὰ ἱλαστικὸ-παρακλητικὸ γιὰ κίνδυνο ἀσθένειας.
Ἄν ἡ λατρεία μας ἀπαλλασσόταν ἀπὸ τὶς βασιλικὲς-κοσμικὲς ἐπευφημίες («Εἰς πολλὰ ἔτη...»[1] κ.λπ.), θὰ ἀναγνωριζόταν εὐκολότερα ὡς τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ, ἔχοντας ἡλικία νὰ λέγει «ὃ δὲ ποιῶ, καὶ ποιήσω, ἵνα ἐκκόψω τὴν ἀφορμὴν τῶν θελόντων ἀφορμήν» (Β' Κορ. ια', 12). Ὁ Κύριος λέγει «Ἡ βασιλεία ἡ ἐμὴ οὐκ ἔστιν ἐκ τοῦ κόσμου τούτου» (Ἰω. ιη’ 36). «πῶς δύνασθε ὑμεῖς πιστεῦσαι, δόξαν παρὰ ἀλλήλων λαμβάνοντες, καὶ τὴν δόξαν τὴν παρὰ τοῦ μόνου Θεοῦ οὐ ζητεῖτε;» (Ἰω. ε’ 41)· ὁ δὲ Παῦλος «Ἐμοὶ δὲ μὴ γένοιτο καυχᾶσθαι εἰ μὴ ἐν τῷ σταυρῷ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, δι' οὗ ἐμοὶ κόσμος ἐσταύρωται κἀγὼ τῷ κόσμῳ» (Γλ. στ’ 14). Τὰ ἄμφια πρέπει νὰ εἶναι σεμνὰ καὶ ἱεροπρεπῆ, ὄχι βασιλικά (16ος κανόνας ζ’ οἰκουμενικῆς συνόδου). «Τοὺς οὖν ἑαυτοὺς κοσμοῦντας ἐπισκόπους, ἢ κληρικούς, δι᾿ ἐσθήτων λαμπρῶν καὶ περιφανῶν, τούτους διορθοῦσθαι χρή· εἰ δ᾿ ἐπιμένοιεν, ἐπιτιμίῳ παραδίδοσθαι· ὡσαύτως καὶ τοὺς τὰ μύρα χριομένους» (κανόνας 16 ζ’ οἰκουμενικῆς συνόδου).
[1] Ἡ λειτουργία τῶν φρικτῶν μυστηρίων, ἡ θεία εὐχαριστία δὲν καταλήγει σὲ φιλοφρονήσεις καὶ κολακεῖες τοῦ παλατίου.