Σίγουρα φταίμε κι εμείς, και θα εξηγήσω πώς... Σε έναν κόσμο όπου τα πάντα ισοπεδώνονται και οι αξίες σχετικοποιούνται συνεχώς, αν εσύ ο ίδιος δεν σέβεσαι τον εαυτό σου και δεν στέκεσαι στο ύψος του λειτουργήματός σου, κανείς δεν πρόκειται να σε σεβασθεί και να σε αναγνωρίσει. Για εμάς τους ψάλτες, όλο αυτό έχει διττό χαρακτήρα· από τη μία είμαστε πλημμελείς στη μελέτη της μουσικής και προσπαθούμε να ανέβουμε στο αναλόγιο με πασαλείμματα, χωρίς συστηματική προσπάθεια και κατάρτιση, χωρίς να γνωρίζουμε τις δυνατότητες και τα όριά μας και χωρίς να σεβόμαστε τους δασκάλους/συναδέλφους/μαθητές/βοηθούς κλπ. Από την άλλη, δεν έχουμε εν πολλοίς καμμία οργανική σχέση με τα μυστήρια της Εκκλησίας και την πνευματική ζωή και έτσι στερούμαστε και του ηθικού υποβάθρου προκειμένου να υπερασπισθούμε το λειτούργημα του οποίου υποτίθεται ότι είμαστε υπηρέτες. Ουσιαστικά δηλαδή είμαστε διχασμένοι, κατακερματισμένοι άνθρωποι που απλά φυτοζωούμε πάνω στο ψαλτήρι και ψάλλουμε από συνήθεια, χωρίς να προσπαθούμε να βελτιώνουμε τίποτα και χωρίς να αγαπάμε ούτε την τέχνη ούτε αυτά τα οποία αυτή η τέχνη εκφράζει. Όταν η Ψαλτική, από εργαλείο για τη Θεία Λατρεία αλλά και μία εξόχως εκλεπτυσμένη τέχνη, γίνεται απλώς ένας τρόπος εύκολου πλουτισμού μέσω των πανηγυριών (για τους πλέον καλλίφωνους) ή απλώς ένας τρόπος αυτοβεβαίωσης και αναγνώρισης ανθρώπων οι οποίοι νιώθουν εξουσία και καταξίωση το να ανέβουν στο αναλόγιο αφού κάτι τέτοιο δεν μπορούν να το πάρουν από πουθενά αλλού γιατί δεν προσπάθησαν, τότε ποιος θα σεβασθεί το λειτούργημά μας και θα το αναγνωρίσει; Φυσικά κανείς και ίσα ίσα μία τέτοια κατάσταση βολεύει όσους υποβλέπουν το ίδιο το λειτούργημα του Ιεροψάλτη και το θεωρούν περιττή πολυτέλεια...
Επειδή όμως δεν θέλω να ρίχνω την κριτική μόνο στη μία πλευρά, η αλήθεια είναι ότι εξαρχής το παιχνίδι είναι στημένο εναντίον μας. Η Βυζαντινή Μουσική ως τέχνη -και μάλιστα ιδιαιτέρως εκλεπτυσμένη- θέλει πολλή αφοσίωση και σχεδόν ολοκληρωτικό δόσιμο προκειμένου κάποιος να φθάσει σε ένα σοβαρό καλλιτεχνικό ύψος και να την υπηρετεί με συνέπεια και χωρίς εκπτώσεις. Όταν λοιπόν άνθρωποι με ταλέντο, με μεράκι, με ικανότητες, με πάθος για την Ψαλτική και ό,τι περιστρέφεται γύρω από τη μουσική, δεν τους αναγνωρίζεται καθόλου η όχι λίγο κοπιώδης προσπάθειά τους, είτε οικονομικά ώστε να ζήσουν από αυτό είτε έστω και ηθικά ώστε να λάβουν μία καταξίωση μέσα στην κοινωνία, τότε πολλές φορές αναγκάζονται να κάνουν εκπτώσεις στην αρτιότητα της τέχνης, να ξοδεύουν τον χρόνο τους σε άλλες ασχολίες οι οποίες καταστρέφουν την καλλιτεχνική ευαισθησία και δημιουργία, να αναγκάζονται να λειτουργούν σαν τον τραγουδιστή που δέχεται «παραγγελιές» για να πάρει το αντίστοιχο φιλοδώρημα, ενδεχομένως και να εγκαταλείπουν εντελώς την τέχνη οι πλέον ευαίσθητοι αφού δεν αντέχουν να κάνουν εκπτώσεις και να λειτουργούν σαν τους διασκεδαστές του παλατιού οι οποίοι, αφού κάνουν το πρόγραμμά τους, αποσύρονται στην κουζίνα για ένα πιάτο φαγητό και λίγη ζεστασιά με τους υπηρέτες.
Όλη αυτή η κατάσταση ουσιαστικά έχει ως αποτέλεσμα να είναι στον αφρό οι πλέον «προσαρμοστικοί» σύμφωνα και με τις επιταγές του επικρατούντος πολιτικού συστήματος· αυτοί δηλαδή οι οποίοι είτε δουλεύουν αλλοτριωμένα ως γραμμή παραγωγής μαθητών χωρίς να νοιάζονται για το ποιοτικό αποτέλεσμα και τις ανάγκες του καθενός, υπηρετούν σε τρία-τέσσερα αναλόγια και στο καθένα αλλάζουν και το «τροπάρι» αναλόγως του ύφους του κάθε ναού, έχουν μάθει να λένε πάντοτε «ναι» και στα πλέον παράλογα κελεύσματα προϊσταμένων, επιτρόπων, ειδικά ευπόρων ενοριτών, χωρίς να διατηρούν κανέναν αυτοσεβασμό και χωρίς να κρατούν την τέχνη στο ύψος που της πρέπει, που ουσιαστικά έχουν αποκτηνωθεί αφού δεν νοιάζονται οι σχέσεις με τον περίγυρο όπου δραστηριοποιούνται να είναι αρμονικές και αγαπητικές, αλλά είναι απλώς ψυχροί εκτελεστές (killers που λένε και οι αγγλοσάξονες) και ουσιαστικά μετρούν τα πάντα με το «κεφάλι» και με το τι κερδίζουν σε ποσοτικά μετρήσιμα μεγέθη. Αυτός ο ανθρωπότυπος ψάλτη δεν είναι ένα «λάθος», δεν είναι μία θλιβερή εξαίρεση, είναι ουσιαστικά η μετουσίωση του εργασιακού προτύπου το οποίο έχει εγκαθιδρυθεί στην κοινωνία και απλώς έχει μεταφερθεί και στον χώρο της ψαλτικής, έναν χωρό όπου κυριαρχεί ο ελεύθερος ανταγωνισμός δηλαδή ουσιαστικά η εφαρμογή στην πράξη του κοινωνικού δαρβινισμού σύμφωνα με τον οποίο «όποιος δεν είναι προσαρμοστικός πεθαίνει» όπως ακούσθηκε πρόσφατα από μεγαλοσχήμονα παράγοντα της πολιτικής ζωής.
Τελειώνοντας αυτήν τη μακροσκελή ανάλυση, να τονίσω ότι αν δεν γίνει πρώτα η αυτοκριτική αλλά και η νηφάλια και απολύτως ρεαλιστική κριτική πάνω στο σύστημα το οποίο γεννά αυτήν τη νοσηρή κατάσταση, λύση δεν πρόκειται να δοθεί παρά μόνο εφ' όσον υπάρξει ενεργητική επιδίωξη όλη αυτή η κατάσταση να ανατραπεί εκ βαθρών και το υπάρχον μοντέλο να καταγγελθεί ως απάνθρωπο και καταστρεπτικό για το ήθος και τον πολιτισμό της κοινωνίας και κατ' επέκτασιν για την Ψαλτική και τον ρόλο τον οποίον παίζει μέσα στη Θεία Λατρεία.