[Επισυνάπτω τη γνώμη του φίλου Δημήτρη Ανδριώτη πάνω στο θέμα:]
Επειδή δεν μου επιτρέπεται πλέον να γράφω άμεσα στο forum, γι' αυτό, όπως ο αγαπητός φίλος Γεώργιος Μιχαλάκης, επιθυμώ να εκθέσω με έμμεσο τρόπο κάποιες μουσικές μου απόψεις.
Θα ήθελα να σχολιάσω το βιβλίο του (αυτοαποκαλούμενου; δεν έχω ιδέα) μουσικολόγου κ. Βασιλείου Κατσιφή, τον οποίον γνωρίζω προσωπικά και ομολογώ ότι είναι ένας πολύ ζωντανός άνθρωπος, παρά το ώριμο της ηλικίας του.
Ένας "Υπέρμαχος", ο οποίος μάχεται τις θέσεις του Καρά, χωρίς όμως, κατά τη γνώμη μου, να έχει πλήρη ιδέα για το όλο περιεχόμενο και την βαθύτερη έννοια των θεωρητικών αυτών θέσεων (κατ' εμέ αιρετικών, όπως έχω αναφέρει πολλάκις εδώ μέσα).
Το βιβλίο φέρει τον τίτλο «Έλξεις, η αρμονία της φυσικής κλίμακας» και είναι χωρισμένο σε δύο μέρη, το πρώτο αναφέρεται στην καταγωγή της Βυζαντινής Μουσικής ενώ το δεύτερο προσπαθεί να εξηγήσει το φαινόμενο των έλξεων.
Όσον αφορά το πρώτο μέρος, πιστεύω ότι η αλήθεια βρίσκεται κάπου στη μέση. Διδαχθέντες οι ανατολικοί λαοί τη βάση της μουσικής άμεσα απ’ τους αρχαίους Έλληνες, την καλλιέργησαν κατά τα δικά τους ήθη και έθιμα, προσδίδοντάς της ίδιον ύφος, χαρακτηριστικό κάθε λαού. Στην εποχή του Βυζαντίου τώρα, σίγουρα η μουσική επηρεάστηκε απ’ τις μουσικές των γύρω λαών, κάτι σαν μουσικό αντιδάνειο. Προσωπικά πιστεύω ότι δεν είναι δυνατόν να μην επηρεαστεί με τόσους λαούς υπό την βυζαντινή κυριαρχία: Άραβες, Πέρσες, Σύριοι, Εβραίοι, Αιγύπτιοι κ.α. Ακόμα και η εκκλησιαστική μουσική επηρεάστηκε απ' την κοσμική, την και "εξωτερική μουσική" καλουμένη. Σήμερα μπορούμε να διακρίνουμε στοιχεία κοσμικής μουσικής στην εκκλησιαστική μουσική, όπου όχι μόνο δεν έχουν Ελληνική καταγωγή, αλλά και δεν συνάδουν με το ύφος και ήθος που θέλει η εκκλησιαστική μας παράδοση. Τέτοια είναι ο «παθητικός» ήχος που αναφέρει και ο κ. Κατσιφής στο βιβλίο του (τον αναφέρει και ο Καραμάνης, αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία - πάλι "Καρά" κι εδώ-), οι χρόες όπως τις γνωρίζουμε σήμερα (ζυγός, σπάθη, κλιτόν), ο Ήχος πλ. Δ΄ επτάφωνος χρωματικός, ο και μακάμ χιτζαζκιάρ καλούμενος παρά τινών κ.α.
Το δεύτερο μέρος του προαναφερθέντος βιβλίου βρίθει ανακριβειών και αντιφάσεων. Δεν θα επεκταθώ πολύ, θα αναφέρω απλά μια περίπτωση: Στην περιγραφή του οργάνου Πανήχιον, όπου ο κ. Κατσιφής φέρεται να είναι ο εμπνευστής του, αναφέρεται ότι το όργανο αυτό έχει δυνατότητα μετρήσει, ακουστικώς, τις υποδιαιρέσεις ενός μουσικού διαστήματος, ενός μείζονος τόνου, για παράδειγμα, όπου και έχει 12 υποδιαιρέσεις. Στη συνέχεια ο κ. Κατσιφής, αναφερόμενος στις έλξεις, κάνει λόγο για διαστήματα 7 ½ , ή 10 ½ μορίων (βλ. Γ΄ ήχο σελ. 185). Πώς μπορεί να γίνεται λόγος για μισά, ενώ το όργανον Πανήχιον, έχει 12 υποδιαιρέσεις για τον μείζονα τόνο; Μπορεί να «ακούσει» ο κ. Κατσιφής τη διαφορά του 1/24 του μείζονος τόνου από τα 2/24, δηλαδή να «ακούσει» 144 διαστήματα σ' ένα οκτάχορδο; Αν συμβαίνει κάτι τέτοιο (χωρίς τη βοήθεια συχνομέτρου παρά μόνο με το αυτί και το όργανό του, το Πανήχιο εννοώ) τότε αποτελεί παγκόσμιο φαινόμενο !!!
Θα συνιστούσα στον εν λόγο κ.κ. μουσικολόγο να αφήσει τις ευρεσιτεχνίες και ανακαλύψεις οργάνων και να αφιερώσει λίγο χρόνο στο κανονάκι, όργανο που έρχεται άμεσα απ’ την αρχαία Ελληνική περίοδο. Το κανονάκι είναι απόγονος αρχαιοελληνικών οργάνων όπως Κανών, Τρίγωνο, Ψαλτήριο, Επιγόνιο, Μάγαδις, Σιμίκιον κ.α. Σήμερα το κανονάκι απαντάται με μανδάλια, κινητούς καβαλάρηδες δηλαδή, όπου αλλάζουν το κούρδισμα κάθε χορδής, τα οποία εμφανίστηκαν πρώτη φορά στην Αίγυπτο περί το 1792. Ο αριθμός των μανδαλίων διαφέρει από περιοχή σε περιοχή. Ένα κανονάκι μπορεί να χωρίσει τον μείζονα τόνο σε 12, 24 ή ακόμα περισσότερα τμήματα. Στην περίπτωση των 24 τμημάτων, θα μπορούσαμε να αναφερθούμε σε αλλοιώσεις 5 ½ , ή 6 ½ τμημάτων, αφού π.χ. 11 τμήματα στα 24 ισούνται με 5 ½ στα 12. Η μουσική αντίληψη που απαιτείται για να καταλάβει κάποιος τη διαστηματική διαφορά 1/24 του μείζονος τόνου, είναι απείρως μεγαλύτερη απ' όση χρειάζεται για να αντιληφθεί διάστημα 1/12 του μείζονος τόνου. Στην εκκλησιαστική βυζαντινή μουσική (μετά το 1883 - πρακτικά Πατριαρχικής επιτροπής), υπάρχουν 6 υποδιαιρέσεις του μείζονος τόνου, δηλαδή μια αλλοίωση θα ισούται με 2, 4, 6, 8 ή 10 μόρια.
Γνωρίζεται πόσο δύσκολο είναι να οξύνεις έναν φθόγγο κατά 4 μόρια ή κατά 5; Καθόλου δύσκολο, ο κ. Κατσιφής μπορεί να τον οξύνει ακόμα και 4 ½ μόρια. Θα χάσω και τα υπόλοιπα μαλλιά μου !!!
Στο ίδιο βιβλίο συναντάμε ακόμα και 3 νέους ήχους: ήχος τέταρτος σε τρόπο «άγια», ήχος πλάγιος του Α΄ σε ιδιωματισμό «μινόρε», ήχος βαρύς (πλ. του τρίτου) από Γα.
Μήπως ο κ. Κατσιφής θέλει να κάνει δική του ονοματοδοσία των ήχων και γι' αυτό μάχεται τον Καρά; Αν είναι πάντως να έχουμε ήχους παθητικούς ή μινόρε, προτιμώ την ονοματοδοσία του Καρά!
Τέλος να αναφερθώ στο πολύ μεστό και ουσιαστικό σχόλιο του κ. ΑΚΡΙΔΑ απ' το Μεσολόγγι, στον πρόλογο του βιβλίου, καθώς και στην ρήση του κ. Ψάχου, που αναφέρει στο σχόλιό του ο κ. ΗΛΙΑΔΗΣ: «χωρίς τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά ιδιώματα των ήχων που προκύπτουν από το νόμο της μελωδικής έλξεως, το ψαλλόμενον μέλος δεν είναι μέλος ήχου, αλλά μέλος επί κλίμακος, γυμνής παντός χρωματισμού και συνεπώς πτώμα μέλους».
Σας θυμίζει κάτι μια τέτοια εκτέλεση μελών, ωσάν πτώμα μέλους; Όχι δεν θα αναφέρω τι και ποιους χορούς και ψάλτας μου έρχονται συνειρμικά στο μυαλό μου, διαβάζοντας αυτή την εξαίρετη ρήση του Ψάχου. Ο καθένας καταλαβαίνει για τον εαυτό του.
Σαν συμπλήρωμα στο σχόλιο του κ. ΑΚΡΙΔΑ να προσθέσω το εξείς:
Το μακάμ σαμπά (ή Σαμπάχ κατά κάποιους, αλλά λανθασμένα, γιατί το h στο τέλος της λέξης δεν προφέρεται, τουλάχιστον σε κάποιες περιοχές) λέγεται Ήχος Νάος κατά τους παλαιούς και είναι Ήχος πλ. Α΄, δίφωνος φθορικός, κατά άλλους είναι Ήχος Α΄δίφωνος φθορικός, αλλά σε καμία περίπτωση παθητικός. Δεν υπάρχουν στην Βυζαντινή μουσική παθητικοί και ενεργητικοί ήχοι (ενεργητικοί και παθητικοί είναι οι άνθρωποι, οι ήχοι είναι straight), «σε ποια βιβλία είναι γραμμένα αυτά ; », όπως θα έλεγε και ο Στανίτσας.
Τέλος πάντων, το θέμα αυτό που άρχισε, εσφαλμένα κατά τη γνώμη μου, ο κατά τα άλλα "μύστης" της Βυζαντινής Μουσικής, Σίμων Καράς, δηλ να αντιπαραβάλει τα 100 και πλέον μακάμ και σιουπέδες της Ανατολικής μουσικής, με ήχους Βυζαντινούς, είναι πολύ μεγάλο και περίπλοκο, όπου θεωρητικοί και μουσικολόγοι αποφαίνονται ο καθένας λέγοντας το μακρύ και το κοντό του.
Στην εποχή του Άρχοντος Πρωτοψάλτου της Μ.τ.Χ.Ε. Κωνσταντίνου Πρίγγου όλοι αυτοί, δεν θα ήταν ούτε καν αναγνώστες, ενώ σήμερα δηλώνουν μουσικολόγοι και πρωτοψάλτες. Έχει άδικο μετά ο κ. ΑΚΡΙΔΑΣ που αναφέρεται σε κάποιον γνωστό πρωτοψάλτη που έλεγε: «…και ποιος είναι ο Στανίτσας, έχει πτυχίο που έχω εγώ;»
Υ.Γ.: Α ρε Στανίτσα, όλα σου καλά ήταν, τον Άγιο Πέτρο τί τον ήθελες; Προτίμησες τη δόξα των ανθρώπων (πάπα) υπέρ την Δόξαν Του Θεού! Αιωνία σου η μνήμη!
Δημήτρης Ανδριώτης